Το θέμα της παρούσας έρευνας είναι καταρχάς η σχέση της μαγειρικής με τη μαγεία στην παραδοσιακή κοινωνία των Καραγκούνηδων της δυτικής Θεσσαλίας. Σε ένα δεύτερο επίπεδο εξετάζεται το αν η σχέση αυτή συνιστούσε γυναικεία συμβολική εξουσία. Μέσα από εθνογραφικά δεδομένα κατόπιν επιτόπιας ποιοτικής έρευνας στην πεδινή Θεσσαλία, καταγράφηκαν οι πρακτικές της καθημερινής και της τελετουργικής μαγειρικής που αφορούσαν την παραδοσιακή κοινωνία των Καραγκούνηδων. Άλλες από αυτές τις πρακτικές διασώζονται μέσω της παράδοσης και τελούνται ακόμη και σήμερα, ενώ άλλες ανασύρθηκαν μέσα από τη μνήμη των κατοίκων που γεννήθηκαν στο α μισό του 20ου αιώνα και βίωσαν στο β μισό του ως σήμερα τη μετάβαση από τον παραδοσιακό στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Επίσης η έρευνα δεν αγνόησε την ιστορία, δεδομένου ότι συμπεριέλαβε ως πηγές παλαιότερες επιτόπιες έρευνες και συνεντεύξεις από την πολιτισμική περιοχή των Καραγκούνηδων. Η μέθοδος λοιπόν του θέματος είναι η ιστορική εθνογραφία. Διαπιστώθηκε ότι η μαγειρική στην παραδοσιακή κοινωνία των Καραγκούνηδων ήταν τέχνη κοινωνικά μαθημένη, που επικοινωνείτο από γενιά σε γενιά και από μάνα σε κόρη. Η παρασκευή και η προσφορά του φαγητού συνιστούσε γυναικεία πρακτική και σηματοδοτούσε τις βασικές στιγμές της ζωής του ανθρώπου (γέννηση, γάμος, θάνατος). Επιπλέον η μαγειρική ήταν συνδεδεμένη με έντονους συμβολισμούς τόσο ως τελετουργική τροφή την περίοδο των γιορτών, όσο και ως απλό, καθημερινό φαγητό. Ως εκ τούτου αναζητήθηκε ο συμβολισμός της τροφής και αν και κατά πόσον η μαγειρική και το φαγητό είχαν μεταφυσική - μαγική διάσταση. Αυτή η σχέση αποκάλυψε ότι τα φυτικά και ζωικά είδη που είχαν επιλεγεί ως εδώδιμα, ωφελούσαν. Από την άλλη, τα είδη που είχαν επιλεγεί ως μη εδώδιμα θεωρείτο ότι έβλαπταν. Η δε ωφέλεια και η βλάβη συνίσταντο πολύ περισσότερο σε συμβολικό επίπεδο, απ’ ό,τι σε υλικό. Και τα δύο είδη όμως, εδώδιμα και μη εδώδιμα, θα μπορούσαν μέσω μιας ειδικής μαγειρικής επεξεργασίας τους (να γίνουν δηλαδή φίλτρα ή να ριχτούν μέσα στο κανονικό φαγητό), να προκαλέσουν μαγεία. Τη μαγεία διενεργούσαν οι μαΐστρες, οι γυναίκες δηλαδή της περιοχής που εμπλέκονταν με μάγια, κατά περίσταση: είτε για να ωφελήσουν είτε για να βλάψουν, οπότε μπορούμε να διακρίνουμε αντίστοιχα μια ευεργετική και μια επιβλαβή μαγεία. Επιπλέον, μέσα από τη λαϊκή λογοτεχνία και τις αφηγήσεις ζωής των υποκειμένων, επιβεβαιώθηκε η συνάφεια της μαγείας όχι μόνο με τη μαγειρική, αλλά και με άλλα γυναικεία πεδία δράσης, όπως τη ραπτική και το νοικοκυριό. Τέλος οι άνδρες, όταν εμπλέκονταν με μάγια, λειτουργούσαν ως «εξορκιστές», που έλυναν τα γυναικεία μάγια. Και αυτό κατέδειξε ότι η σχέση μαγειρικής-μαγείας μεταφράστηκε ως όψη μιας γυναικείας συμβολικής εξουσίας στην υπό έρευνα κοινωνία. (2009-01-01)